Τὸν ἥλιον κρύψαντα

«Ὅταν ὁ Ἰωσήφ εἶδε τόν ἥλιο νά κρύβει τίς ἀκτίνες του καί τό καταπέτασμα τοῦ ναοῦ νά σχίζεται μέ τό θάνατο τοῦ Σωτῆρος ἐπισκέφθηκε τόν Πιλᾶτο καί τόν παρακαλεῖ μέ τοῦτα τά λόγια:

 Δός μου αὐτόν τόν ξένο, πού ἀπό βρέφος ἀκόμη ζοῦσε σ’ αὐτό τόν κόσμο, ὡς ἀποξενωμένος καί περιπλανώμενος.

Δός μου αὐτόν τόν ξένο, πού ἐκπλήττομαι, ὅταν βλέπω τόν παράξενο θάνατό Του.

Δός μου αὐτόν τόν ξένο, πού γνωρίζει νά ὑπηρετεῖ καί νά φιλοξενεῖ τούς φτωχούς καί τούς ξένους.

Δός μου αὐτόν τόν ξένο, πού οἱ Ἑβραῖοι ἀπό φθόνο Τόν ἀποξένωσαν ἀπό τόν κόσμο.

Δός μου αὐτόν τόν ξένο, γιά νά Τόν κρύψω στόν τάφο, ἀφοῦ ὡς ξένος δέν ἔχει ποῦ νά ἀκουμπήσει τήν Κεφαλή Του.

Δός μου αὐτόν τόν ξένο, πού, ὅταν ἡ Μητέρα Του Τόν ἔβλεπε νεκρό ἐφώναζε δυνατά : Ὦ! Υἱέ καί Θεέ μου, ἄν καί ὁ πόνος ξεσχίζει τά σπλάγχνα καί τήν καρδιά μου, ὅταν Σέ βλέπω νεκρό, ὅμως παίρνω θάρρος ἀπό τήν Ἀνάστασή Σου καί Σέ δοξάζω.

Καί μ’ αὐτά τά λόγια ὁ εὐσχήμων Ἰωσήφ παρακαλοῦσε ἐπίμονα τόν Πιλᾶτο καί λαβαίνει τό Σῶμα τοῦ Σωτῆρα. Ἀφοῦ τό τύλιξε μέ εὐλάβεια σέ σεντόνι καί ἄλειψε μέ ἀρώματα, κατέθεσε στόν τάφο Αὐτόν, πού παρέχει σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους τήν αἰώνια ζωή καί τό μέγα ἔλεος»                                    Αγίου Επιφανίου Κύπρου