«Ο Αγώνας και η Χάρη του Αγίου Σιλουανού»

Ο Άγιος Σιλουανός υπήρξε μοναχός με βαθιά πνευματική ζωή, αφοσιωμένος στη διατήρηση και την εμπειρία της χάρης του Θεού. Από πολύ νωρίς γνώρισε την απερίγραπτη γλυκύτητα της θείας αγάπης, αλλά αργότερα πέρασε φάσεις έντονης πνευματικής ταλαιπωρίας, όταν ένιωσε ότι έχασε τη χάρη. Η απώλεια αυτή προκάλεσε στην ψυχή του πόνο τόσο έντονο που ξεπερνά κάθε ανθρώπινη θλίψη: η ψυχή που είχε γνωρίσει τον Θεό και ύστερα βρέθηκε χωρίς αυτή τη θεία παρουσία βιώνει έναν πόνο συγκρίσιμο μόνο με την απώλεια αγαπημένου προσώπου, αλλά ασύγκριτα μεγαλύτερο, γιατί η αγάπη του Θεού υπερβαίνει κάθε ανθρώπινη αγάπη.

 

Κατά τις νύχτες του πνευματικού αγώνα, ο Σιλουανός υπέφερε βαθιά: η προσευχή του δυσκολευόταν να μείνει καθαρή, ενώ οι δαίμονες τον περιστοίχιζαν, προσπαθώντας να τον αποσπάσουν από την προσευχή ή να τον εμποδίσουν να προσευχηθεί ειλικρινά. Παρά την έντονη προσπάθεια και την αδιάλειπτη προσευχή, η χάρη εμφανιζόταν μόνο στιγμιαία και έπειτα απομακρυνόταν, αφήνοντας την ψυχή του σε φρικτή απόγνωση και ζοφερά συναισθήματα.

 

Σε μια κορυφαία στιγμή απελπισίας, όταν σηκώθηκε για να κάνει μετάνοιες και είδε μπροστά του έναν δαίμονα να στέκεται στην εικόνα και να περιμένει την προσκύνησή του, πόνεσε βαθιά η ψυχή του. Τότε ο Χριστός του φανέρωσε τον δρόμο προς την καθαρή προσευχή λέγοντάς του: «Κράτα το νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι». Αυτή η αποκάλυψη δεν ήταν απλά θεωρητική ή διανοητική, αλλά υπαρξιακή: έδειξε στον Σιλουανό ότι η υπερηφάνεια είναι η ρίζα όλων των αμαρτιών και ότι η ταπείνωση αποτελεί τον δρόμο προς την ένωση με τον Θεό.

 

Από εκείνη τη στιγμή, η ζωή του άλλαξε: η ψυχή του γέμισε χαρά και ανακούφιση, γιατί πλέον γνώριζε ότι η διατήρηση της πίστης και της προσευχής απαιτεί υπομονή, ταπείνωση και εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού. Παρά τις συνεχείς δοκιμασίες και τους πνευματικούς αγώνες, ο Σιλουανός κατάλαβε ότι η ταπείνωση δεν είναι απλώς αρετή, αλλά ουσιαστικό χαρακτηριστικό της θείας αγάπης και της ένωσης με τον Θεό.

 

Η εμπειρία του Αγίου Σιλουανού αναδεικνύει δύο σημαντικά μηνύματα: πρώτον, η απώλεια της χάρης μπορεί να προκαλέσει βαθιά θλίψη και πνευματικό μαρτύριο, αλλά δεν πρέπει να οδηγήσει σε απόγνωση. Δεύτερον, η ταπείνωση και η σταθερή προσευχή είναι το κλειδί για την επανεύρεση της χάρης και για την πληρότητα της πνευματικής ζωής. Η ζωή και οι διδασκαλίες του Σιλουανού αποτελούν φωτεινό παράδειγμα για όσους επιθυμούν να βαδίσουν τον δύσκολο δρόμο της εσωτερικής προσευχής και της πνευματικής ολοκλήρωσης.

 

Ιστορική Επανακομιδή των Λειψάνων του Αγίου Κοσμά του Ερημίτη στην Κρήτη & Αγρυπνία στην Ιερά Μονή Κουδουμά

Μια σπάνια στιγμή πνευματικής συγκίνησης και ιστορικής σημασίας ζει σήμερα η Εκκλησία της Κρήτης, με την πανηγυρική επανακομιδή των ιερών λειψάνων του Αγίου Κοσμά του Ερημίτη από τη Βενετία στη γενέθλια γη του, στα πανίερα χώματα της Κρήτης. Η υποδοχή των λειψάνων θα συνοδευτεί από ιερά αγρυπνία στην Ιερά Μονή Κουδουμά, τόπο που συνδέεται ιστορικά με την ασκητική παρουσία του Αγίου και τη μακραίωνη παράδοση της ερημικής ζωής στα Αστερούσια Όρη.

Ο άγιος της σιωπής και της ερήμου :

Ο Άγιος Κοσμάς ο Ερημίτης, άγνωστος σε πολλούς αλλά λαμπρός φάρος για τους γνωρίζοντες την καρδιά της Ορθοδοξίας, υπήρξε ένας από τους παλαιότερους αναχωρητές που ασκήτευσαν στον γεμάτο χάρη χώρο των Αστερουσίων. Έζησε τον 7ο αιώνα, εποχή κατά την οποία η ερημική ζωή στην Κρήτη ανθούσε, και υπήρξε πρόδρομος των μεταγενέστερων οσίων Παρθενίου και Ευμενίου, των ανακαινιστών της Ιεράς Μονής Κουδουμά.

Ο Άγιος Κοσμάς επέλεξε την αφάνεια, την απομόνωση και την προσευχή, ζώντας σε σπήλαια και σκληρές συνθήκες, αφιερωμένος ολοκληρωτικά στον Θεό. Σύμφωνα με παλαιά τοπική παράδοση και χειρόγραφα που διασώθηκαν, το λείψανό του μεταφέρθηκε αιώνες αργότερα από Ενετούς εμπόρους και τοποθετήθηκε στη Βενετία.

Η μακρά πορεία της επιστροφής:

Ύστερα από πολύχρονες προσπάθειες της τοπικής Εκκλησίας, των Πατέρων της Ιεράς Μονής Κουδουμά και με την ευγενή συμβολή Ελλήνων και Ιταλών χριστιανών, κατέστη δυνατόν να επιστραφεί το τίμιο λείψανο του Οσίου Κοσμά στην Κρήτη. Η επιστροφή του αποτελεί όχι μόνο επισφράγιση ιστορικής δικαιοσύνης αλλά και πνευματική ανάταση για τον λαό του νησιού, που σιγά-σιγά ανακαλύπτει ξανά τα αγιασμένα πρόσωπα του παρελθόντος του.

 

Η τελετή υποδοχής έγινε με μεγαλοπρέπεια και δέος, παρουσία ιεραρχών, κληρικών, μοναχών και πλήθους πιστών. Η Ιερά Μονή Κουδουμά, φωτισμένη από τα καντήλια και τα κεριά, υποδέχεται τον Άγιο σαν παιδί που επιστρέφει σπίτι του έπειτα από αιώνες απουσίας.

Αγρυπνία με δάκρυα και προσευχή :

ερα, Σάββατο 17 Μαΐου, τελείται ιερά αγρυπνία στο καθολικό της Μονής Κουδουμά, με τη συμμετοχή των πατέρων της Μονης, πλήθους πιστών αλλά και πολλών νέων ανθρώπων που αναζητούν στο πρόσωπο του Αγίου την ελπίδα, τη σιωπή, την καθαρότητα και την προσευχή σε μια εποχή θορύβου και σύγχυσης.

Η αγρυπνία θα περιλαμβάνει την τέλεση του Εσπερινού, του Όρθρου και της Θείας Λειτουργίας, και την ευλογία των πιστών με το ιερό λείψανο. Οι Πατέρες της Μονής καλούν κάθε ψυχή να προσεγγίσει το γεγονός με συντριβή και χαρά, να προσκυνήσει το τίμιο λείψανο και να νιώσει το άγγιγμα της χάριτος του Αγίου Κοσμά.

Μια νέα σελίδα πνευματικής αναγέννησης .Η επιστροφή των λειψάνων του Αγίου Κοσμά δεν είναι μόνο ένα ιστορικό γεγονός. Είναι μια νέα σελίδα στην πνευματική ζωή της Κρήτης.

Είναι η αφύπνιση ενός τόπου που ποτέ δεν έπαψε να γεννά αγίους, ενός λαού που βαθιά μέσα του διψά για το άγιο και το αιώνιο.

 

Ο Άγιος Κοσμάς επιστρέφει όχι ως θρησκευτικό κειμήλιο, αλλά ως ζωντανή παρουσία που καλεί σε μετάνοια, ησυχία, ταπείνωση και προσευχή. Στην ερημιά των Αστερουσίων, όπου αντηχεί η ανάσα του μοναχισμού ξαναζωντανεύει το πνεύμα του ανθρώπου για να μας υπενθυμίσει ότι το φως ποτέ δεν χάνεται, μόνο σιγοκαίει και περιμένει να το δούμε.

«Νηστεία σημαίνει πείνα για το Θεό»

Όταν διψάσεις, θα ανακαλύψεις τη γεύση του νερού, που αγνοούσες λόγω της συνήθειας. Βάλε το στόμα σου στο τρεχούμενο νερό και γεύσου τις σταγόνες που σου έκαναν τη χάρη να μείνουν για να σε δροσίσουν.

 

Όταν πεινάσεις, θα ανακαλύψεις τη γεύση του ψωμιού, που αγνοούσες λόγω της συνήθειας. Φάε το ψωμί σου αργά και ταπεινά. Δέξου το με ευγνωμοσύνη ως δώρο και θα σου είναι πιο γλυκό κι από το μέλι.

 

Με τη νηστεία που μας διατηρεί σε κατάσταση πείνας, ασκούμαστε να λαμβάνουμε την τροφή και τη ζωή ευχαριστιακά. Να τη λαμβάνουμε ως δώρο από τα χέρια του Θεού.

 

Η νηστεία -ως πείνα και δίψα- ανοίγει άλλες προοπτικές, άγνωστες παντελώς στον κορεσμένο άνθρωπο. Το ψωμί, τα φρούτα, το νερό γίνονται ξαφνικά τόσο όμορφα…εμπνέουν τόσο σεβασμό που θέλεις να τα φιλήσεις… Τα απλά ακτινοβολούν μια αγνή ομορφιά που τα κάνει πιο ποθητά από τα πολυποίκιλα και επιτηδευμένα…

Η νηστεία, ως πείνα και δίψα, δίνει στην τροφή και τη ζωή τη γεύση της ευλογίας και της ευχαριστίας. Βλέποντας το ψωμί και το νερό ως δώρο του Θεού, ανακαλύπτεις τελικά παντού γύρω σου τα κρυμμένα Του δώρα… Έχει δίκιο ο π. Αλέξανδρος. “Μόνο αυτός που ευχαριστεί ζει αληθινά”!

Η πείνα και η δίψα της νηστείας είναι στο βάθος της πείνα και δίψα για τον Θεό. Αυτό το ζεις πραγματικά στην εσπερινή λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, όταν όλη μέρα πεινάς και διψάς τον Άρτο και τον Οίνο της Ευχαριστίας…

Το Τριώδιο και η πνευματική ζωή μας

Το Τριώδιο και η πνευματική ζωή μαςΗ περίοδος του Τριωδίου είναι μία μικρογραφία της όλης πνευματικής ζωής του ανθρώπου. Το να παρακολουθεί, κανείς τα νοήματα των ύμνων των ημερών είναι αρκετό, για να δει την πορεία του αγώνα που ο άνθρωπος έχει κάνει μπροστά του.Αρχίζοντας από τη βάση της πνευματικής ζωής μέχρι το τέλος, που είναι ο αγιασμός και η θέωση του ανθρώπου. Είναι μία πολύ πλούσια πνευματική περίοδος το Τριώδιο, που λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών του κάθε ανθρώπου πλέον, ζώντας μέσα στις ποικίλες υποχρεώσεις που έχει ο καθένας δεν είναι εύκολο απόλυτα να παρακολουθεί κανείς όλες τις πνευματικές ευκαιρίες που μας δίνει η περίοδος αυτή. Η πορεία του Τριωδίου χωρίζεται σε τρεις περιόδους. Η μία πριν την έναρξη των νηστειών, η άλλη είναι η περίοδος των αγίων νηστειών και μετά η Μεγάλη Εβδομάδα των Αγίων Παθών του Κυρίου και της Αναστάσεως. Η περίοδος πριν τη νηστεία είναι μία προπαρασκευαστική περίοδος, η οποία μας δείχνει πώς μπορούμε ν’ αγωνιστούμε και ποιος είναι ο πραγματικός τρόπος που μπορεί ο άνθρωπος να μπει μέσα σ’ αυτό τον πνευματικό αγώνα. Η βάση όλης της εν Χριστώ ζωής δεν είναι τίποτα άλλο παρά το φρόνημα της μετάνοιας. Η μετάνοια γεννάται από την ταπείνωση.

 

Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι η Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου. Εκεί ο Κύριος ξεκάθαρα μας δείχνει έναν άνθρωπο γεμάτο αμαρτία, τελείως ανήθικο, ο οποίος ενώπιον του Θεού δικαιώνεται. Ταυτόχρονα μας δείχνει και έναν ηθικό άνθρωπο, ευσεβή και «θρήσκο», ο οποίος τηρεί όλες τις διατάξεις του νόμου, αλλά αντί να δικαιωθεί από τον Θεό κατακρίνεται, γιατί δεν βρήκε το κλειδί με το οποίο ανοίγει τη θύρα της πνευματικής ζωής. Αυτό το κλειδί είναι το κλειδί της μετάνοιας και της ταπείνωσης. Αυτά πάνε μαζί. Έτσι δεν μπορεί κανένας άνθρωπος ο οποίος δεν έχει ταπείνωση να έχει μετάνοια, ο υπερήφανος άνθρωπος δεν μπορεί να μετανοήσει. Μόνο ο ταπεινός μετανοεί πραγματικά, γιατί μετάνοια σημαίνει συντριβή της καρδίας του ανθρώπου, και μέσα απ’ αυτή τη συντριβή ο άνθρωπος πρέπει να επικαλεσθεί το όνομα του Θεού, το οποίο είναι το μόνο που μπορεί να τον σώσει. Η μετάνοια είναι οδύνη, πόνος. Έτσι όμως μπορείς να αναμορφωθείς. Η μετάνοια είναι το κλειδί που ανοίγει τη θύρα του ελέους του Θεού. Γιατί η ανθρώπινη φύση είναι τέτοια που δεν μπορεί να επιτύχει ποτέ την αναμαρτησία. Μόνο ο Χριστός ως άνθρωπος ήταν αναμάρτητος και κατά χάριν η Υπεραγία Θεοτόκος, η οποία έλαβε αυτό το χάρισμα από τον Θεό. Δεν μπορούμε να έχουμε ένα όραμα ότι κάποτε θα γίνουμε αναμάρτητοι, γιατί είναι αδύνατο. Αφού λοιπόν η αμαρτία είναι ένα δεδομένο αναπόφευκτο, πρακτικά για εμάς, εκείνο το οποίο θα μπορέσει να μας παραστήσει ενώπιον του Θεού δεν είναι τα έργα μας και η αρετή μας αλλά η πραγματική μετάνοιά μας. Έτσι καταρρίπτουμε τον μύθο ότι θα γίνουμε μόνο ηθικοί και ενάρετοι, γιατί όσο ηθικοί και αν είμαστε, σίγουρα έχουμε και αμαρτίες. Έτσι τη σχέση μας με τον Θεό δεν μπορούμε να την οικοδομήσουμε πάνω στο ότι θα ξεφύγουμε από την αμαρτία αλλά στο γεγονός της μετάνοιας. Μαθαίνουμε να μετανοούμε και να στεκόμαστε σωστά μπροστά στον Θεό μέσα σ’ ένα πνεύμα μετάνοιας.

 

Η μετάνοια λοιπόν γεννάται από την ταπείνωση. Ο ταπεινός άνθρωπος μετανοεί και δεν δικαιολογείται. Από τη στιγμή που δικαιολογείται κάποιος, δεν μπορεί να μετανοήσει. Όταν παρέχει στον εαυτό του ελαφρυντικά, μειώνει ταυτόχρονα τη φλόγα της μετάνοιας. Γι’ αυτό οι πατέρες δεν δεχόντουσαν καμία δικαιολογία, όχι πως δεν υπάρχει δικαιολογία όταν αμαρτάνει κάποιος, αφού όλοι μας όταν αμαρτάνουμε υποκείμεθα σε κάποιο γεγονός. Ωστόσο, αν αντιμετωπίσει κανείς την αμαρτία με πόνο και στέκεται όπως οι Άγιοι χωρίς δικαιολογία ενώπιον του Θεού και μαθαίνει το ήθος του Τελώνου, τότε αυτό είναι η βάση της επιτυχίας. Όλα τα αλλά μάς οδηγούν προς αυτή την κατάσταση.

 

Η δεύτερη Κυριακή του Ασώτου υιού, δείχνει το μεγαλείο της αγάπης του Θεού στον άνθρωπο, πως ο Θεός δέχεται τον επιστρέφοντα άνθρωπο. Δεν υπάρχει περίπτωση να εκδιωχθεί ο μετανοών (άνθρωπος). Δεν υπάρχει περίπτωση να επιστρέψεις και ο Θεός να σε διώξει.

 

Η τρίτη Κυριακή με τη διήγηση της Δευτέρας Παρουσίας μάς δείχνει ότι η πίστη δεν είναι κάτι το αφηρημένο αλλά το συγκεκριμένο μέσα από τα έργα της αγάπης και του πνευματικού αγώνα.

 

Την τέταρτη Κυριακή, ο Κύριος μας δείχνει τον αληθινό τρόπο της νηστείας και ότι πρέπει να μεταθέσουμε την καρδιά μας εκεί όπου είναι ο θησαυρός μας.

 

Ακολουθεί η πρώτη εβδομάδα των νηστειών με την Κυριακή της Ορθοδοξίας. Ιστορικά υπάρχει κάποιος λόγος με το θέμα της εικονομαχίας, το οποίο βασάνισε την Εκκλησία για περισσότερο από έναν αιώνα και μετά, αφού δόθηκε ένα τέλος ιστορικά και θεολογικά, η Εκκλησία πανηγυρίζει αυτή την ημέρα. Ωστόσο, όπως και οι πατέρες λένε, δεν είναι ένα γεγονός ιστορικό. Το γεγονός της εικονομαχίας παραμένει πάντοτε μπροστά μας. Γιατί η εικονομαχία κτυπούσε το κέντρο της ίδιας της σωτηρίας του ανθρώπου. Ήταν η εξ υπαρχής αίρεση που επαναλαμβάνετο κάθε φορά με άλλη μορφή. Η αίρεση έλεγε ότι ο Θεός δεν έγινε αληθώς άνθρωπος. Έτσι, αφού ο Θεός δεν έγινε αληθώς άνθρωπος, ούτε ο άνθρωπος μπορεί να γίνει αληθώς κατά χάριν Θεός. Όταν αρνούνταν αυτοί οι άνθρωποι να προσκυνούν και να βλέπουν τις εικόνες και οι πατέρες και η Εκκλησία επέμεναν σ’ αυτές, δεν είναι γιατί οι μεν ήταν ευσεβείς και φοβούνταν πως ήταν είδωλα και οι άλλοι δεν ασχολούνταν και υποτιμούσαν την κατάσταση. Σίγουρα δεν ήταν έτσι.

 

Στέκονταν στο γεγονός ότι αφ’ ης στιγμής ο Χριστός, ο Λόγος του Θεού, έγινε άνθρωπος και ήταν τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός, μπο-ρούμε να περιγράφουμε και να ζωγραφίζουμε τον Χριστό. Γιατί στέκει όλη αυτή η πίστη στην αληθινή σάρκωση του Θεού Λόγου. Σ’ αυτό που ο ευαγγελιστής Ιωάννης λέγει ότι «ὁ Λόγος Σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξα αὐτοῦ», είδαμε τη σάρκωση του Θεού. Δηλαδή αυτή η αίρεση κτυπούσε κατ’ ουσίαν το ίδιο βάθος της πίστεως. Μέσα στον χώρο της Εκκλησίας δεν έχουμε να κάνουμε με ιδέες ή θεωρίες ή φιλοσοφία αλλά με ένα πρόσωπο που λέγεται Ιησούς Χριστός. Δεν πρόκειται για ιδέες του Ευαγγελίου, όσο ωραίες κι αν θεωρηθούν. Μέσα στην Εκκλησία δεν λατρεύουμε την αγάπη, την ελευθερία ως ιδέες, αλλά έχουμε να αναπτύξουμε μία σχέση με το πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αυτός ο Χριστός ο οποίος έγινε άνθρωπος και παραμένει μέσα στην Εκκλησία ως το πρόσωπο το οποίο εμείς είδαμε. Δεν είδαμε τον Πατέρα ποτέ. Αλλά είδαμε τον Θεό Λόγο και βλέποντας τον Θεό Λόγο είδαμε τον Πατέρα. Γιατί ο Χριστός είναι η εικόνα του Πατέρα και ο άνθρωπος είναι η εικόνα του Χριστού. Γι’ αυτό ο Χριστός έγινε άνθρωπος, γιατί είμαστε εικόνες του και είναι αυτός που έπλασε τα πάντα.

 

Έτσι μέσα στον χώρο της Εκκλησίας έχουμε αυτό το γεγονός της παρουσίας του Χριστού. Από τη στιγμή που έχουμε ένα πρόσωπο, τότε η στάση μας απέναντι στο πρόσωπο αυτό δεν είναι στάση πίστεως. Δεν είναι αρκετό να πεις στον Χριστό ότι τον πιστεύεις. Στις ιδεολογίες και σε συστήματα ιδεών, σε κοσμοθεωρίες και κομματικές ιδεολογίες, μπορείς να πεις ότι πιστεύεις. Όμως μέσα στην Εκκλησία δεν μπορεί να γίνει αυτό. Εκείνο που γίνεται είναι ότι, ναι, πατάς πάνω στο σκαλοπάτι της πίστεως όμως δεν μένεις εκεί, αλλά ανεβαίνεις στην αγάπη. Μέσα στην Εκκλησία καλείσαι να αναπτύξεις μία σχέση αγάπης με τον Χριστό, χρειάζεται και η αποδοχή της αλήθειας του Χριστού και του Ευαγγελίου που είναι το πρώτο σκαλοπάτι. Δεν μπορείς να μείνεις όμως μόνο σ’ αυτό. Πρέπει να προχωρήσεις στο τέρμα. Ο Απόστολος λέει ότι θα καταργηθεί στο τέλος και η ελπίδα και η πίστη και θα μείνει η αγάπη. Ένας νέος που αναζητά και ψάχνει να δει πού βρίσκεται η αλήθεια, πρέπει να καταλάβει πως, εάν συγκρίνει την Εκκλησία με τις άλλες αλήθειες και τη θεωρήσει ως μία αλήθεια, όσο καλή διάθεση και αν έχει, δεν μπορεί να καταλάβει πως η Εκκλησία δεν μιλά για μίαν αλήθεια, αλλά μιλά για τον Χριστό που είναι η αλήθεια του κόσμου. Ο Χριστός είναι η αλήθεια, η ελευθερία, η δικαιοσύνη, η ειρήνη, είναι το Α και το Ω, είναι το παν μέσα στην Εκκλησία.Το Τριώδιο και η πνευματική ζωή μας.                                                                                                                                                                                                                                                  Παράκληση. Περιοδική Ἔκδοση Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λεμεσοῦ”, τεῦχος 76

Τα Άγια Θεοφάνεια του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.

Μαζί με τους δούλους ο Δεσπότης, μαζί με τους υπόδικους ο Κριτής έρχεται για να βαπτισθεί. Αλλά μη θορυβηθείς· μεταξύ των ταπεινών αυτών περισσότερο λάμπει το υψηλό μεγαλείο του. Πραγματικά, Αυτός ο οποίος καταδέχθηκε να κυοφορηθεί για τόσο χρόνο σε μήτρα παρθενική και να γεννηθεί από εκεί, σύμφωνα με τους νόμους της ανθρώπινης φύσεως, και επιπλέον να ραπισθεί, να σταυρωθεί και να πάθει τα άλλα παθήματα, τα οποία υπέστη, γιατί παραξενεύεσαι, εάν καταδέχθηκε να βαπτισθεί και να έλθει μαζί με τους άλλους ανθρώπους προς τον δούλο Του; Διότι εκείνο ήταν που προκαλούσε μεγάλη κατάπληξη, το ότι δηλαδή, ενώ ήταν Θεός, θέλησε να γίνει άνθρωπος· τα άλλα λοιπόν κατά λογική ακολουθία έπονται όλα γενικώς. Γι’ αυτό τον λόγο και ο Ιωάννης πρόφθασε και έλεγε, εκείνα ακριβώς που είπε, ότι δηλαδή, δεν είναι άξιος να λύσει τα λουριά των υποδημάτων του Ιησού και όλα τα άλλα· για παράδειγμα είπε ότι ο Ιησούς είναι κριτής και θα αποδώσει δικαιοσύνη σύμφωνα με την αξία του καθενός και ότι θα χορηγήσει σε όλους ανεξαιρέτως το Άγιο Πνεύμα με αφθονία, ώστε όταν Τον δεις να έρχεται προς το βάπτισμα να μην υποψιαστείς τίποτε το ταπεινό.

Πρόσεξε, λοιπόν, ποιου είδους παράδοξα γεγονότα συμβαίνουν, τα οποία αποτελούν προοίμια των μελλοντικών θαυμάτων. Δηλαδή, δεν ανοίγεται ο παράδεισος μόνο, αλλά ο ίδιος ο ουρανός. «Καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί καὶ εἶδε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αὐτόν

Για ποιον λόγο άνοιξαν οι ουρανοί; Μα για να μάθεις ότι συμβαίνει το ίδιο, όταν βαπτίζεσαι κι εσύ, εφόσον ο Θεός σε προσκαλεί προς την ουράνια πατρίδα και προσπαθεί να σε πείσει να μη διατηρείς κανένα δεσμό με τα επίγεια πράγματα.Και για ποιο λόγο το Άγιο Πνεύμα εμφανίστηκε με την μορφή ενός περιστεριού; Ήμερο είναι το ζώο αυτό και καθαρό. Επειδή λοιπόν και το άγιο Πνεύμα είναι πνεύμα πραότητος, για τον λόγο αυτό εμφανίζεται με το σχήμα αυτό

Λοιπόν, ποια απάντηση θα δώσουμε στις απόψεις αυτές; Ότι ο μεν Υιός του Θεού έγινε πραγματικά άνθρωπος, ενώ το άγιο Πνεύμα δεν έγινε περιστερά στην πραγματικότητα. Γι’ αυτό τον λόγο και ο Ευαγγελιστής δεν είπε ότι εμφανίστηκε με τη φύση της περιστεράς, αλλά «ἐν εἴδει περιστερᾶς (: με τη μορφή της περιστεράς)», ούτε βέβαια, παρουσιάστηκε ύστερα από το γεγονός αυτό της Βαπτίσεως του Κυρίου με την μορφή αυτή, παρά μόνο τότε. Εάν λοιπόν εξαιτίας αυτού υποστηρίζεις ότι η αξία του Αγίου Πνεύματος είναι κατώτερη από την αξία του Ιησού, τότε, σύμφωνα με τη σκέψη αυτή και τα Χερουβίμ θα θεωρηθούν πολύ ανώτερα, όσο ανώτερος είναι ο αετός από την περιστερά, αφού τα Χερουβίμ εμφανίστηκαν με την μορφή του αετού[Ιεζ.,κεφ.10 και 11].Ακόμη, και οι άλλοι άγγελοι θα ήσαν ανώτεροι, αφού πολλές φορές εμφανίστηκαν με τη μορφή του ανθρώπου. Αλλά δεν είναι ορθές οι σκέψεις αυτές, οπωσδήποτε δεν είναι ορθές· διότι άλλο πράγμα είναι η αλήθεια της θείας οικονομίας και άλλο η ηθελημένη στιγμιαία εμφάνιση με ορισμένη μορφή.

Συνεπώς, μας οδηγεί από τον τρόπο ζωής, τον οποίο καθόριζε η Παλαιά Διαθήκη, σε έναν νέο τρόπο ζωής, τον οποίο καθορίζει η Καινή Διαθήκη, και μας ανοίγει τις πύλες του ουρανού και από εκεί στέλνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο μας προσκαλεί την ουράνια πατρίδα. Και όχι μόνο μας προσκαλεί, αλλά συγχρόνως μας προσφέρει και μεγάλο αξίωμα, διότι δεν μας έκανε αγγέλους ή αρχαγγέλους, αλλά μας κατέστησε αγαπητά παιδιά του Θεού και έτσι μας προσελκύει προς την κληρονομία εκείνη.[…] Για να την επιτύχουμε αυτή και εμείς, ας συντρίψουμε τον βαρύ ζυγό των παθών και ας πτερώσουμε τον εαυτό μας για το ταξίδι προς τον ουρανό με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

Το μυστήριο της σαρκώσεως του Θεού

Καλούμαστε και φετος , να ζήσουμε αληθινά το μεγάλο γεγονός της σωτηρίας και της
λυτρώσεως των ανθρώπων και του κόσμου από τα δεινά των κακών και του
διαβόλου. Καλούμαστε να δεχθούμε το μυστήριο της σαρκώσεως του Θεού και
να γεμίσουμε με θεία χάρη και ευλογία.

Οι άγιοι Πατέρες μας καλούν να ανοίξουμε τα μάτια της καρδιάς και να
μελετήσουμε το μεγάλο αυτό μυστήριο, που κυριολεκτικά άλλαξε τη μορφή του
κόσμου.
Ποιος είναι ο σκοπός της ενανθρωπήσεως του Κυρίου; Όλη η διδασκαλία των Πατέρων, για την ενανθρώπηση του Κυρίου περιέχεται στη φράση του Μεγ. Αθανασίου : «Ο Λόγος σάρξ εγένετο, ίνα τον άνθρωπον
δεκτικόν θεότητος ποιήση». Ο Χριστός δεν ήρθε στη γη, για να μας φέρει απλά
μια νέα διδασκαλία, αλλά να μεταδώσει σε μας τη ζωή του Θεού. Ο Θεός
γίνεται άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος Θεός. Αυτό είναι το κεντρικό και
ουσιώδες νόημα της μεγάλης αυτής και σημαντικής γιορτής.
Πριν από τη γέννηση του Κυρίου Ιησού ο κόσμος ζούσε στο σκοτάδι της
απιστίας και της ειδωλολατρίας με φωτεινές εξαιρέσεις. Η απομάκρυνση των
ανθρώπων από τον Δημιουργό του είχε δυσάρεστες συνέπειες στη ζωή του.
Όμως ο Θεός δεν εγκατέλειψε το πλάσμα του. Στον κατάλληλο χρόνο στέλνει
στη γη τον μονογενή Του Υιό , για να σώσει τον κόσμο και τον άνθρωπο. «Ο
Θεός επί γης ώφθη και τοις ανθρώποις συνανεστράφη» (Βαρούχ γ’ 38). Ο
αόρατος γίνεται ορατός, ο απρόσιτος προσιτός, ο Θεός μαζί με τους
ανθρώπους. Μέγα και παράδοξον το μυστήριον. Ήλθε στη γη όχι όπως αυτός
μπορούσε, αλλά όπως εμείς μπορούσαμε να τον δούμε και να τον
καταλάβουμε.
Γι’ αυτό έγινε άνθρωπος με σάρκα· για να επικοινωνήσει καλύτερα με μας. Ο Ιερός Χρυσόστομος τονίζει χαρακτηριστικά : «Πώς έγινε τούτο το εκπληκτικό και αξιοθαύμαστο; Ένεκα της δικής Του αγαθότητος και όπως ένας βασιλέας βγάζει την βασιλική στολή και σαν απλός στρατιώτης ρίχνεται στη μάχη, για να μη αναγνωρισθεί από τον εχθρό και έτσι πετύχει τη νίκη, έτσι και ο Χριστός ήρθε με ανθρώπινη μορφή, για να μην αναγνωρισθεί
και αποφύγει ο εχθρός τη σύγκρουση μαζί του, αλλά και για να μη φοβίσει τους
ανθρώπους, γιατί ήρθε για να τους σώσει και λυτρώσει»
Τελικά μια είναι η ουσιαστική εξήγηση της ενανθρωπήσεως του Κυρίου, η
αγάπη του Θεού. Ο Απόστολος Παύλος διατυπώνει πολύ καθαρά αυτή την
εξήγηση. «Διά την πολλήν αγάπην , ήν ηγάπησεν ημάς» , «έκλινεν ουρανούς και
κατέβη» . Μαζί με τον μεγάλο Απόστολο κάθε πιστός βλέπει πίσω από το
ιστορικό και κοσμοσωτήριο γεγονός της γεννήσεως του Κυρίου την μεγάλη
αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο και τον κόσμο. Αγάπη που έφθασε μέχρι το
Σταυρό.

Λόγος γιά τό πάθος τοῦ Σωτήρα (Ὅσιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος)

Φοβούμαι να μιλήσω και να αγγίξω με τη γλώσσα μου τη φοβερή αυτή διήγηση που αναφέρεται στον Σωτήρα· διότι πραγματικά είναι φοβερό να διηγηθώ γι’ αυτή. Ο Κύριός μας παραδόθηκε σήμερα στα χέρια των αμαρτωλών! Για ποιο λόγο λοιπόν παραδόθηκε, αν και ήταν άγιος και αναμάρτητος Δεσπότης; Διότι χωρίς να διαπράξει καμιά αμαρτία παραδόθηκε σήμερα.
Ελάτε, ας προσέξουμε γιατί παραδόθηκε ο Χριστός ο Σωτήρας μας· για μας τους ασεβείς παραδόθηκε ο Δεσπότης. Ποιος λοιπόν δε θα τον θαυμάσει; Ποιος λοιπόν δε θα τον δοξάσει; Αν και αμάρτησαν οι δούλοι, παραδόθηκε ο Δεσπότης, για να ελευθερώσει με τον δικό του θάνατο τους δούλους που αμάρτησαν. Οι γιοι της απώλειας και τα παιδιά του σκότους βγήκαν, μέσα στο σκοτάδι, να συλλάβουν τον ήλιο που έχει τη δύναμη να κάψει με τη φλόγα του όλους σε μια στιγμή.
Γνωρίζοντας λοιπόν ο Δεσπότης τη θρασύτητά τους και την ορμή της οργής τους, παρέδωσε τον εαυτό του στα χέρια των ασεβών με πραότητα και με δική του απόφαση. Και αφού έδεσαν οι άνομοι τον άχραντο Δεσπότη, περιγέλασαν αυτόν που έδεσε τον ισχυρό (τον διάβολο) με άλυτα δεσμά και έλυσε εμάς από τα δεσμά της αμαρτίας. Έπλεξαν επίσης στεφάνι από τα δικά τους αγκάθια, αυτά που καρποφόρησε το αμπέλι των Ιουδαίων. Περιγελώντας τον, τον αποκαλούσαν βασιλιά. Έφτυσαν οι άνομοι στο πρόσωπο του άχραντου, που από το βλέμμα του τρομάζουν συγχρόνως όλες οι δυνάμεις των ουρανών και οι τάξεις των Αγγέλων.
Να, πάλι διακατέχουν την καρδιά μου η λύπη και τα δάκρυα, βλέποντας τον Δεσπότη να ανέχεται τόσο πολύ τον χλευασμό και τις προσβολές, τη μαστίγωση, τους εμπτυσμούς από τους δούλους, τα ραπίσματα. Ελάτε, προσέξτε το μέγεθος της ευσπλαχνίας, την ανεκτικότητα και το έλεος του γλυκού Δεσπότη. Είχε έναν χρήσιμο δούλο στον παράδεισο της τρυφής, και όταν αυτός αμάρτησε, παραδόθηκε στους βασανιστές. Όταν τον είδε λοιπόν ο αγαθός Δεσπότης να λιποψυχά, σπλαχνίσθηκε τον δούλο, και τον ελέησε, και πρόσφερε τον εαυτό του να μαστιγωθεί για χάρη του.

 

Θέλησα να σιωπήσω, επειδή η έκπληξη του νου είναι πολύ μεγάλη· αλλά και πάλι φοβήθηκα, μήπως αρνηθώ εξαιτίας της σιωπής μου τη χάρη του Σωτήρα. Όμως με φόβο λέω σ’ εσάς· διότι τρέμουν τα κόκκαλά μου, όταν το σκεφθώ. Ο Πλάστης των απάντων, ο ίδιος ο Κύριός μας, παρουσιάσθηκε σήμερα μπροστά στον Καϊάφα, σαν ένας από τους κατάδικους, και ένας από τους υπηρέτες έδωσε σ’ αυτόν ράπισμα. Τρέμει η καρδιά μου, όταν τα φέρω στο νου μου όλα αυτά: ο δούλος καθόταν, ο Δεσπότης παρουσιάσθηκε ως κατάδικος, και αυτός που ήταν γεμάτος παραβάσεις έβγαζε καταδικαστική απόφαση εναντίον του αναμάρτητου.
Σκέφτομαι και τρέμω, και πάλι νιώθω συντριβή βλέποντας τη μακροθυμία του καλού Δεσπότη. Διότι, να, τα σπλάχνα μου τρέμουν, καθώς μιλώ, επειδή ο Δημιουργός, που έπλασε με τη χάρη του τον άνθρωπο από το χώμα, ραπίσθηκε.
Μεγάλο θαύμα, αδελφοί, να δούμε την πραότητα του Χριστού, του Βασιλιά! Όταν ραπίσθηκε από δούλο, αποκρίθηκε με φρόνηση, με πραότητα και με κάθε ευλάβεια. Ο δούλος αγανακτεί, ο Δεσπότης ανέχεται· ο δούλος οργίζεται, ο Δεσπότης δείχνει καλοσύνη. Άλλωστε ποιος θα βαστάξει το θυμό και την ταραχή κατά την ώρα της οργής; Όμως ο Κύριός μας όλα αυτά τα ανέχθηκε με την καλοσύνη του. Ποιος λοιπόν θα μπορέσει να διηγηθεί, ω Δέσποτα, τη δική σου μακροθυμία!
Πλησιάστε, πολυπόθητοι και αγαπημένοι από τον Χριστό, έχοντας κατάνυξη και πόθο για τον Σωτήρα. Ελάτε, ας διδαχθούμε τι έγινε σήμερα στην Σιών, την πόλη του Δαβίδ. Οι πολυπόθητοι και εκλεκτοί απόγονοι του Αβραάμ τι έπραξαν σήμερα; Παρέδωσαν τη μέρα αυτή στο θάνατο τον άχραντο Δεσπότη. Ο Σωτήρας μας Χριστός κρεμάσθηκε άδικα επάνω στο ξύλο του σταυρού από άνομα χέρια. Ελάτε, ας λούσουμε όλοι εμείς το σώμα μας με δάκρυα και στεναγμούς, διότι ο Κύριός μας, ο Βασιλιάς της δόξας, παραδόθηκε για μας τους ασεβείς στο θάνατο.
[Από το βιβλίο: ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ ΕΡΓΑ, τόμος Ζ’. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1998

Η εμπειρία του μακαριστού γέροντα Αναστασίου την Κυριακή των Βαϊων

Καθώς βρισκόταν στο κελί του και διάβαζε τη σημερινή περικοπή αναρωτήθηκε πώς να ήταν άραγε η Βαϊοφόρος, πώς να έγινε άραγε η είσοδος του Ιησού και αμέσως ηρπάγη νοερώς, όπως ο ίδιος μας περιέγραφε και κατ’ οικονομία Θεού βρέθηκε στα Ιεροσόλυμα, κατα την είσοδό Του στην πόλη, βλέποντας όλα τα γεγονότα εκείνης της ημέρας.

 

Συγκλόνισμενος από το όλο γεγονός, περιέγραφε, αναρίθμητους ανθρώπους να υποδέχονται και να επευφημούν τον Κύριο και Αγγέλους να κατεβαίνουν από τον ουρανό ωθώντας τα μωρά παιδιά να φωνάζουν και εκείνα μαζί με τον υπόλοιπους «Ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος, εν ονόματι Κυρίου». Αξιοσημείωτο είναι ότι ο γέροντας Αναστάσιος άκουσε τον Κύριο να παρακινεί τους μαθητές του να περάσουν γρήγορα από τον όχλο, ώστε να βγουν ανεπηρέαστοι από τον ενθουσιασμό, τις κραυγές και του κόσμου.

Τί εἶναι ὁ Μεγάλος Κανόνας, πότε ψάλλεται καί γιατί ὀνομάστηκε ἔτσι

Η Πέμπτη εβδομάδα των Νηστειών είναι το λειτουργικό αποκορύφωμα της Τεσσαρακοστής. Οι ακολουθίες είναι μακρότερες και εκλεκτότερες. Στη συνήθη ακολουθία των λοιπών εβδομάδων θα προστεθούν δυο νέες μεγάλες ακολουθίες· Την Πέμπτη ο Μεγάλος Κανόνας και το Σάββατο ο Ακάθιστος Ύμνος. Κανονικά το αποκορύφωμα αυτό θα έπρεπε να αναζητηθεί στην επόμενη, στην Έκτη εβδομάδα των Νηστειών, που είναι και η τελευταία της περιόδου αυτής. Αλλά όλα στη λατρεία μας έχουν τακτοποιηθεί από τους πατέρες με πολλή μελέτη και περίσκεψη. Με «διάκριση» κατά την εκκλησιαστική έκφραση. Μετά από την τελευταία εβδομάδα ακολουθεί η Μ. Εβδομάδα, με πυκνές και μακρές ακολουθίες, ανάλογες προς τα μεγάλα εορτολογικά θέματα. Μεταξύ αυτής και του αποκορυφώματος της Τεσσαρακοστής έπρεπε να μεσολαβήσει μια περίοδος σχετικής αναπαύσεως, μια μικρή ανάπαυλα. Το τόσο λοιπόν ανθρώπινα αναγκαίο μεσοδιάστημα είναι η τελευταία εβδομάδα και την έξαρση του τέλους βαστάζει η πρότελευταια.

Πότε ψάλλεται ο Μ. Κανόνας;

Ο Μ. Κανόνας ψάλλεται τμηματικά στα απόδειπνα των τεσσάρων πρώτων ημερών της Α΄ Εβδομάδας των Νηστειών και ολόκληρος στην ακολουθία του Όρθρου της Πέμπτης της Ε΄ εβδομάδας. Στις ενορίες συνήθως ψάλλεται ανεξάρτητα από τον όρθρο, σαν μικρή αγρυπνία, το βράδυ της Τετάρτης μαζί με την ακολουθία του αποδείπνου. Έτσι διευκολύνονται περισσότερο οι χριστιανοί στην παρακολούθησή του.Μπορεί να τον βρει κανείς μέσα στο λειτουργικό βιβλίο που περιέχει τις ακολουθίες της Τεσσαρακοστής, το Τριώδιο, καθώς και σε μικρά αυτοτελή φυλλάδια. Η παρακολούθηση του Κανόνα αυτού κατά την ώρα της ψαλμωδίας του είναι αρκετά δύσκολη, γιατί τα νοήματα είναι πυκνά και ο ρυθμός της ψαλμωδίας γρήγορος. Για τους λόγους αυτούς τα εγκόλπια αυτά είναι ιδιαίτερα απαραίτητα για όσους θέλουν να γνωρίσουν καλύτερα τον ύμνο αυτό. Τα παρακάτω ας αποτελέσουν μια σύντομη εισαγωγή και βοήθεια για την κατανόησή του και μια παρακίνηση για την παρακολούθηση της ψαλμωδίας του εκλεκτού αυτού λειτουργικού κειμένου.

Ποιός ο ποιητής – δημιουργός του Μ. Κανόνα;

Τον Μ. Κανόνα συνέθεσε ο άγιος Ανδρέας ο Ιεροσολυμίτης. Γεννήθηκε στη Δαμασκό το 660 μ. Χ. από ευσεβείς γονείς. Σε ηλικία δεκαπέντε ετών η αγάπη του τον φέρνει στα Ιεροσόλυμα όπου οι γονείς του τον αφιερώνουν στον Ναό της Αναστάσεως. Στα Ιεροσύλυμα απόκτησε μεγάλη παιδεία, την «θύραθεν» και τη θεολογική. Ανκαι το έργο του έγινε στην Κωνσταντινούπολη και την Κρήτη φέρει τον τίτλο του «Ιεροσολυμίτη» επειδή πέρασε από την αγία πόλη. Μοναχός της Μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα εγινε γραμματέας του Πατριάρχη Θεόδωρου. Το 685 ήλθε στην Κωνσταντινούπολη για εκκλησιαστική αποστολή. Εκεί παρέμεινε για είκοσι χρόνια και ανέλαβε διάφορες εκκλησιαστικές θέσεις και τέλος γύρω στο 711 ή 712 εκλέγεται αρχιεπίσκοπος Κρήτης.

Στη Κρήτη συμμετέχει στις ταλαιπωρίες του ποιμνίου του που οφείλονταν στις Αραβικές επιδρομές. Εμψυχώνει το λαό στις θλίψεις και προσεύχεται για τη σωτηρία του. Με τις προσευχές του σταματά τη μεγάλη ανομβρία και σταματά τη μάστιγα της πείνας. Ιδρύει μεγάλο «Ξενώνα» στον οποίο περιθάλπονται οι γέροντες και οι άρρωστοι, φιλοξενούνται οι ξένοι και οι φτωχοί διακονώντας ο ίδιος. «Με τα χέρια του υπηρετούσε τους ασθενείς και τους έπλενε τα πόδια και το κεφάλι, καθάριζε τις πληγές τους και τα τραύματα τους. Σ’ αυτό το σημείο τον οδηγούσε η αγάπη του πρός τον Θεό και τον πλησίον» σημειώνει ο βιογράφος του.

Ο άγιος Ανδρέα ο Κρήτης είχε μεγάλη ευλάβεια και ιδιαίτερη αγάπη του πρός την Παναγία. Αφιέρωσε πλήθος ύμνων και εγκωμιαστικών λόγων στις εορτές της. Έκτισε δε μεγαλοπρεπή ναό προς τιμήν της Θεοτόκου που τον ονόμασε «Βλαχέρνες». Φρόντισε δε για την επισκευή των παλαιών και παραμελημένων ναών τους οποίους «ευπρεπώς κατεκόσμησε». Πέθανε στις 4 Ιουλίου 740 στην Ερεσό της Λέσβου, είτε επιστρέφοντας στην Κρήτη μετά από ένα ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη, είτε και εξόριστος εκεί – ήταν υποστηρικτής των αγίων εικόνων. Στην παραλία της Ερεσού τιμάται μέχρι σήμερα ο τάφος του, μια μεγάλη σαρκοφάγο, που βρίσκεται πίσω από το άγιο βήμα της ερειπωμένης βασιλικής της Αγίας μάρτυρος Αναστασίας, όπου κατά τους βιογράφους του είχε ταφεί. Η καθιέρωση του ως Αγίου έγινε πολύ νωρίς.

Ο Ανδρέας ήταν λόγιος κληρικός, εκκλησιαστικός ρήτορας και υμνογράφος. Η φιλολογική και υμνογραφική του παραγωγή είναι αξιόλογη Οι λόγοι του είναι κυρίως εγκωμιαστικοί. Σώζονται όμιλίες στις Θεομητορικές και Δεσποτικές εορτές και σε διαφόρους αγίους. Στις ομιλίες του φαίνεται η ρητορική του τέχνη, η άριστη γνώση της αττικής γλώσσας, η βαθιά γνώση της βίβλου, ιδιαίτερα της Π.Δ που ερμηνεύει αλληγορικά. Χαρακτηρίζεται ως ο καλύτερος εκκλησιαστικός ρήτορας της Βυζαντινής εποχής. Τα χαρακτηριστικά των λόγων του είναι η «έντεχνος ρητορική επεξεργασία και τα υψηλά θεολογικά νοήματα». Το υμνογραφικό του έργο είναι πλουσιότερο των ρητορικών του λόγων. Εφεύρε το είδος των Κανόνων που ψάλλονται μέχρι σήμερα και διακρίνονται για την σαφήνεια και το διδακτικό τους χαρακτήρα. Το σπουδαιότερο όμως υμνογραφικό του έργο είναι ο Μ. Κανόνας. Τον έγραψε, όπως φαίνεται από διάφορες ενδείξεις, περί το τέλος της ζωής του, κατά δε την μαρτυρία ενός συναξαρίου, στην Ερεσό, λίγο πριν πεθάνει. Αν η πληροφορία αυτή είναι αληθινή, ο Μ. Κανόνας είναι το κύκνειο άσμα του υμνογράφου μας.

Για να καταλάβουμε την ποιητική του δομή πρέπει να κάνουμε μια μικρή παρέκβαση. Το έργο αυτό ανήκει στο ποιητικό είδος των κανόνων, που κατά πολλούς έχει την αρχή του σ’ αυτόν τον ίδιο τον Ανδρέα. Είναι δε οι κανόνες ένα σύστημα τροπαρίων, που γράφονταν για ένα ορισμένο λειτουργικό σκοπό: να διακοσμήσουν τη ψαλμωδία των 9 ωδών του Ψαλτηρίου, που στιχολογούνταν στον όρθρο. Όλος ο κανόνας ψάλλεται σε ένα ήχο. Κάθε όμως ωδή παρουσιάζει μια μικρή παραλλαγή στη ψαλμωδία κατά τρόπο, που να διατηρείται μεν η μουσική ενότητα στον όλο κανόνα, αφού όλος ψάλλεται στον ίδιο ήχο, αλλά και να σπάει και η μονοτονία με τις παραλλαγές στην ψαλμωδία που παρουσιάζει κάθε μια ωδή.

Γιατί ονομάζεται «Μεγάλος»;

Ο Μ. Κανόνας στην μορφή του έχει μια χαρακτηριστική ιδιορρυθμία. Η ιδιορρυθμία του συνίσταται στο ότι συγκρινόμενος προς τους άλλους ομοίους του κανόνες, είναι «μέγας». Μέγας στην απόλυτη του έννοια. Μεγαλύτερος δεν μπορούσε να υπάρξει· και τούτο γιατί ο ποιητής θέλησε να συνθέσει όχι τρία ή τέσσερα τροπάρια για την κάθε ωδή, όπως συνήθως έχουν οι άλλοι κανόνες, αλλά πολύ περισσότερα: τόσα, όσα είναι και όλοι οι στίχοι των ωδών, έτσι ώστε στον καθένα στίχο να αντιστοιχεί και να παρεμβάλλεται κατά την ψαλμωδία από ένα τροπάριο. 250 είναι οι στίχοι των ωδών, 250 και τα τροπάρια του Μ. Κανόνα, ενώ οι συνήθης κανόνες έχουν γύρω στα 30. Σήμερα τα τροπάρια του Μ. Κανόνα είναι κατά 30 περίπου περισσότερα από τα αρχικά. Μεταγενέστεροι υμνογράφοι πρόσθεσαν τροπάρια για την οσία Μαρία την Αιγυπτία και για τον ίδιο τον Ανδρέα.

Ποιο είναι το περιεχόμενο του Μ. Κανόνα;

Ο Μ. Κανόνας παρουσιάζει το τραγικό γεγονός της πτώσεως του ανθρωπίνου γένους που κατάστρεψε τη δυνατότητα της κοινωνίας του με τον Θεό. Στον Μ. Κανόνα ο ποιητής θεωρεί και βιώνει το γεγονός της πτώσεως προσωπικά. Με την καθημερινή αμαρτία του ταυτίζεται με τον πρωτόπλαστο Αδάμ του οποίου γίνεται μιμητής. Η ψυχή του ακολουθεί τη πορεία της Εύας. «Αλίμονο, ταλαίπωρη ψυχή! Γιατί μιμήθηκες την πρώτη Εύα; Κοίταξες πονηρά και πληγώθηκες πικρά». Ο άγιος αναφέρεται στην ύπαρξη που κληρονομήσαμε μετά τη πτώση που συνδέεται με τη φθορά και το θάνατο. Με τους πρωτόπλαστους έχουμε οντολογική αλληλεγύη. Η συναίσθηση της αμαρτωλότητας και η ομολογία της σφραγίζει ολόκληρο τον Μ. Κανόνα.

Είναι ένα κύκνειο άσμα, ένας θρήνος προθανάτιος, ένας μακρύς θρηνητικός μονόλογος, είναι ο Αδαμιαίος θρήνος. Ο ποιητής βρίσκεται στο τέλος της ζωής του. Αισθάνεται ότι οι ημέρες του είναι πια λίγες, ο βίος του έχει περάσει. Αναλογίζεται τον θάνατο και την κρίση του δίκαιου κριτή, που τον αναμένει. Και έρχεται να κάνει μια αναδρομή, μια ανασκόπηση του πνευματικού του κόσμου. Κάθεται να συζητήσει με τη ψυχή του. Ο απολογισμός όμως δεν είναι ενθαρρυντικός. Ο βαρύς κλοιός της αμαρτίας στον συμπνίγει. Η συνείδηση τον ελέγχει. Και ο ποιητής θρηνεί διαρκώς για την άβυσσο των κακών τους πράξεων. Στον θρήνο αυτό συμπλέκεται η αναδρομή στην Αγία Γραφή. Αυτό κυρίως δίνει την μεγάλη έκταση στο ποίημα. Ο σύνδεσμος όμως του θρήνου με την Γραφή είναι πολύ φυσικός. Σαν άνθρωπος του Θεού ο ποιητής, ανοίγει το βιβλίο του Θεού για να αξιολογήσει τα πεπραγμένα του. Εξετάζει ένα προς ένα τα παραδείγματα του ιερού βιβλίου. Στις οκτώ πρώτες ωδές παίρνει τα παραδείγματα του από τη Παλαιά Διαθήκη. Στη εννάτη ωδή από την Καινή Διαθήκη. Το αποτέλεσμα της συγκρίσεως είναι κάθε φορά τρομερό και αιτία νέων θρήνων. Έχει μιμηθεί όλες τις κακές πράξεις όλων των ηρώων της ιεράς ιστορίας, όχι όμως και τις καλές πράξεις των αγίων. Δεν του μένει παρά η μετάνοια, η συντριβή και η καταφυγή στο έλεος του Θεού. Και εδώ ανοίγει η αισιόδοξη προοπτική του ποιητή. Βρήκε την πόρτα του παραδείσου, την μετάνοια. Καρπούς μετανοίας δεν έχει να παρουσιάσει· προσφέρει όμως στον Θεό τη συντετριμμένη του καρδιά και την πνευματική του φτώχια. Τα βιβλικά παραδείγματα του Δαυίδ,του προφήτη Ιερεμία, των βασιλέων Μανασσή και Εζεκία από την Π. Δ και του Πέτρου, της Μάρθας και της Μαρίας, της Χαναναίας, του τελώνη, της πόρνης και του ληστή τον ενθαρρύνουν. Πολλές φορές επανέρχεται χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της μετάνοιας της πόρνης και παρακαλεί τον Κύριο να δεχθεί τα δικά του δάκρυα όπως δέχθηκε και τα δικά της και να του συγχωρήσει τις αμαρτίες του. Ο κριτής θα ευσπλαχνισθεί και αυτόν, που αμάρτησε πιο πολύ από όλους τους ανθρώπους. Ψάλλεται σε ήχο πλ. του β΄. Είναι ήχος γλυκός, κατανυκτικός και εκφραστής του πένθους και της συντριβής.

ᾨδή α’«Πόθεν ἄρξομαι θρηνεῖν τάς τοῦ ἀθλίου μου βίου πράξεις;
ποίαν ἀπαρχή ἐπιθήσω, Χριστέ, τῇ νῦν θρηνῳδίᾳ;
ἀλλ᾿ ὡς εὔσπλαγχνος μοι δός παραπτωμάτων ἄφεσιν».

ᾨδή β’

«Πρόσεχε, οὐρανέ, καί λαλήσω·γῆ ἐνωτίζου φωνῆς
μετανοούσης Θεῷ καί ἀνυμνούσης αὐτόν»..

«Ἴδετε, ἴδετε, ὅτι ἐγώ εἰμι Θεός·
ἐνωτίζου ψυχή μου, τοῦ Κυρίου βοῶντος
καί ἀποσπάσθητι τῆς πρώτης ἁμαρτίας
καί φοβοῦ ὡς δικαστήν καί ὡς κριτήν καί Θεόν».

ᾨδή γ’

«Πῦρ παρά Κυρίου, ψυχή, Κύριος ἐπιβρέξας,
τήν γῆν Σοδόμων πρίν κατέφλεξεν».

«Πηγήν ζωῆς κέκτημαι σέ τοῦ θανάτου τόν καθαιρέτην
καί βοῶ σοι ἐκ καρδίας μου πρό τοῦ τέλους· Ἥμαρτον,
ἱλάσθητι, σῶσον με».

Μέσα στο πλαίσιο της κατανυκτικής περιόδου της Μ. Τεσσαρακοστής ο γεμάτος κατάνυξη Μ.Κανόνας προσφέρει ένα συγκλονιστικό βίωμα. Μπαίνει στο στόμα του πιστού σαν φωνή, σαν εγερτήριο, σαν αφυπνιστικός σεισμός. Σαν αποστροφή στην κοιμωμένη και ραθυμούσα ψυχή του. Τούτο ανακαιφαλαιώνει το θαυμαστό προοίμιο του Ρωμανού του Μελωδού που συμψάλλεται με τον Μ. Κανόνα:

«Ψυχή μου, Ψυχή μου, ανάστα τι καθεύδεις;

Το τέλος εγγίζει και μέλλεις θορυβείσθαι·

ανάνηψον ουν, ίνα φείσηται σου Χριστός ο Θεός,

ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών».

Πηγή: Ι. Μ. Φουντούλη, Λογική Λατρεία, Θεσ/κη, 1971 και Μητρ. Νέας Σμύρνης Συμεών, Αδαμιαίος Θρήνος, Ο Μέγας Κανών Ανδρέου του Κρήτης, Εκδ. Αποστ. Διακονίας – Εισαγωγή – Κείμενο – Μετάφραση – Σχόλια).

Λόγος στόν Εὐαγγελισμό της Υπεραγίας Θεοτόκου

Σήμερα η Εκκλησία φωτίζεται μυστικά και λάμπει, πανηγυρίζοντας την πρώτη των εορτών. Σήμερα αρχίζει να καταργείται το τείχος της έχθρας και να ενώνονται με μυστικό τρόπο η γη με τα ουράνια. Σήμερα την τιμωρία, που λύπησε την προμήτορα (Εύα) ο αρχαγγελικός χαιρετισμός μετέτρεψε σε χαρά και αφανίστηκε η παλιά μελαγχολία. Σήμερα η Παρθένος Μαριάμ παίρνει τη θέση των θρόνων των Σεραφίμ, κρατώντας με απερίγραπτο τρόπο, αυτόν που κάθεται πάνω σ’ αυτούς. Σήμερα φαίνεται να εκπληρώνεται το μυστήριο της βάτου, με την αποξηραμένη φύση να ενώνεται η φωτιά της Θεότητας. Η μεν λοιπόν εορτή, αν και είναι κορυφαία όλων των εορτών, περιέχει πολλά μυστήρια. Εμείς δε, επειδή μας πιέζει ο χρόνος, θα αναφερθούμε με συντομία σε μερικά θέματα του ευαγγελίου, και θα τα εξηγήσουμε σε σας που αγαπάτε τον Θεό. «Τις ημέρες εκείνες έμεινε έγκυος η Ελισάβετ η γυναίκα του Ζαχαρία, και έκρυβε την εγκυμοσύνη της για πέντε μήνες». Επειδή ο Ζαχαρίας, δεν πίστεψε στον Γαβριήλ, δεν μπορούσε να μιλήσει, η δε Ελισάβετ έμεινε έγκυος, και για λίγο έκρυβε τον εαυτό της. Μερικοί μεν πιστεύουν, ότι λόγω των γηρατειών της ντρεπόταν, σεβόμενη την παράκαιρη εγκυμοσύνη, εμείς δε λέμε, ότι δεν έκρυβε τον εαυτό της γι’ αυτό τον λόγο. Γιατί γι’ αυτήν η εγκυμοσύνη ήταν περισσότερο αιτία χαράς, όχι γιατί θα γινόταν μητέρα, το γλυκό πράγμα και όνομα, αλλά και από τον ίδιο το νόμο ήταν τιμή για τις μητέρες, στην οποία χαρά δεν μετείχαν οι στείρες και άκαρπες. Γιατί λοιπόν να ντρεπόταν επειδή κέρδισε την ευλογία του νόμου και συγχρόνως έμοιαζε με την παράκαιρη εγκυμοσύνη της ευτυχισμένης Σάρρας; Και ότι με την γέννηση θα έπαυε η ντροπή της ατεκνίας, το μαθαίνουμε από τα λόγια της. Γιατί λέει: «Ο Θεός είδε τη στενοχώρια μου και φρόντισε να με απαλλάξει από την ντροπή που ένιωθα μπροστά στους ανθρώπους για την ατεκνία μου». Για ποιο λόγο λοιπόν έκρυβε τον εαυτό της; Καταγόταν από τον Ααρών και ήταν σύζυγος του μεγάλου ιερέα, ονομαστή στην αρετή και την προσεκτική ζωή της. Φοβόταν λοιπόν, από την αρχή να φανερώσει την εγκυμοσύνη, μήπως πολλοί δεν πιστέψουν και δεχτούν την ίδια τιμωρία με τον Ζαχαρία. Γιατί γι’ αυτόν που έβλεπε την φύση, ήταν αληθινά απίστευτο, γυναίκα περασμένης ηλικίας, με ζαρωμένο το σώμα, ρυτιδωμένο το πρόσωπο, προχωρημένη στα γηρατειά, με στείρα φύση, να γίνεται μητέρα παιδιού. Γιατί ήδη σταμάτησαν να λειτουργούν σ’ αυτή όπως και στη Σάρρα, εκείνα με τα οποία πραγματοποιείται η εγκυμοσύνη. Όχι λοιπόν από ντροπή αλλά από φροντίδα έκρυβε τον εαυτό της. Επειδή με τη σταδιακή αύξηση του εμβρύου η κοιλιά μεγάλωνε και οι μαστοί γέμιζαν γάλα, τότε δεν έκρυβε αυτό που δεν μπορούσε να μη το πιστέψει κάποιος.

 

«Κατά τον έκτο μήνα ο Θεός έστειλε τον άγγελο Γαβριήλ στην πόλη της Γαλιλαίας Ναζαρέτ σε μια παρθένο, που ήταν αρραβωνιασμένη με κάποιον που τον έλεγαν Ιωσήφ». Θα ρωτήσει δε κάποιος, από αυτούς που πολύ ενδιαφέρονται, για ποιο λόγο κατά τον πρώτο μήνα για τους Εβραίους έγινε αυτό το μυστήριο; Γιατί ήταν φανερό ότι ο έκτος μήνας που συνελήφθη ο Ιωάννης, ήταν ο πρώτος μήνας του χρόνου. Επειδή δε αυτός ο αισθητός κόσμος, δημιουργήθηκε αυτόν τον καιρό, και με την παράβαση του ανθρώπου καταστράφηκε μαζί του και αυτός, έπρεπε με τον ερχομό του Κυρίου να αναδημιουργηθεί και η κτίση και να αναπλαστεί ο άνθρωπος. Γι’ αυτό τον πρώτο μήνα αρχίζει να βλαστάνει η ακαλλιέργητη γη, δηλ. η Παρθένος, τον χωρίς σπορά σωτήρα. Αυτή την αναγέννηση της κτίσεως προβλέποντας ο προφήτης έλεγε, «Θα είναι ο ουρανός καινούργιος και η γη καινούργια». Και όπως ακριβώς, όταν περάσει η σκοτεινιά του χειμώνα, έρχεται η ανοιξιάτικη λαμπρότητα, κατά τον ίδιο τρόπο τελείωσε και ο χειμώνας της ειδωλολατρίας και άρχισε να λάμπει η άνοιξη της φανέρωσης του Θεού. Και όταν ο ήλιος κατά την περιφορά του στον ουρανό βρίσκεται στο σημείο που ονομάζουν Κριό, τότε και ο Ήλιος της δικαιοσύνης, χωρίς να απομακρύνεται από τους κόλπους του Πατέρα ήλθε στο ύψωμα της δικής μας φτώχειας. Γιατί αληθινά έγινε υψοποιός αυτή η ταπείνωση, και σαν πρόβατο οδηγήθηκε στη σφαγή και σαν κριάρι αψεγάδιαστο θυσιάστηκε. […]
Της τάξεως των αρχαγγέλων ως πρώτο γνωρίζουμε τον Μιχαήλ, όπως μας αναφέρει η προφητεία του Δανιήλ, στον οποίο και ανατέθηκε η φύλαξη του Ιουδαϊκού λαού, όπως αναφέρουν τα ιερά λόγια· πώς λοιπόν δεν έγινε αυτός υπηρέτης του μυστηρίου, αλλά ο Γαβριήλ αναφέρει το μυστήριο στην Παρθένο; Επειδή κατά την δημιουργία η γυναίκα δημιουργήθηκε δεύτερη, μετά τον άνδρα, γι’ αυτό ο δεύτερος των αρχαγγέλων προς το δεύτερο γένος, όπως είναι εύλογο, αποστέλλεται για να αναγγείλει τον δεύτερο χωρισμό του κόσμου. Και επειδή το όνομα Γαβριήλ σημαίνει δύναμη Θεού, προκειμένου να σαρκωθεί ο Υιός του Θεού, ο οποίος είναι σοφία και δύναμη του Θεού, εύλογα αυτός αναγγέλλει το μυστήριο. Γιατί δεν στέλλεται ο άγγελος προς τον μνηστήρα Ιωσήφ αλλά προς την Παρθένο; Επειδή γνώριζε ότι δεν είχε καμιά σχέση ο Ιωσήφ με την γέννηση τού Κυρίου αν και ήταν φύλακας και φρόντιζε την Παρθένο. Άλλα επειδή από την αρχή έγινε η είσοδος της αμαρτίας από την γυναίκα, από το ίδιο γένος πραγματοποιείται η είσοδος της λυτρώσεως. […]
«Χαίρε εσύ, προικισμένη με τη χάρη του Θεού· ο Κύριος είναι μαζί σου». Αντίθετος ήταν ο λόγος που ειπώθηκε στην Παρθένο, από εκείνο που άκουσε η Εύα. Από αυτή ξεκίνησαν οι λύπες των πόνων, εδώ δε συνοδεύει την γέννηση η χαρά. Γιατί η γέννηση από την Παρθένο έγινε χωρίς πόνο. Γιατί; Επειδή κάθε ηδονή συνοδεύεται από τον πόνο, όπου όμως η ηδονή δεν προηγήθηκε της γεννήσεως, ούτε ο πόνος ακολούθησε. Αυτό και η προφητεία του Ησαΐα προανήγγειλε «πριν έλθουν οι πόνοι του τοκετού, διαφεύγει αυτούς και γεννά μάλιστα τέκνο αρσενικό».
«Να, θα μείνεις έγκυος». Πρόσεξε την ακρίβεια της λέξεως. Δεν είπε «να, θα γεννήσεις υιό», για να μη λάβουν αφορμή αυτοί που μετά δεν δέχθηκαν την αλήθεια και τόλμησαν να πουν ότι ο λόγος του αγγέλου κατέβασε την σάρκα από τον ουρανό. Εξασφάλισε, λοιπόν, τον εαυτό του από πριν λέγοντας, «θα μείνεις έγκυος», φανερώνοντας ότι από τη δική της παρθενική κοιλιά πήρε τη δική μας φύση. Γιατί έπρεπε την ίδια ακριβώς φύση να φορέσει, την οποία ήρθε να διορθώσει. Και επειδή ο Θεός δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς, όπως λέει ο προφήτης, ο ίδιος για τον εαυτό του έκτισε τον πανάγιο ναό από τα ολοκάθαρα αίματα της αγνής κόρης, που είναι σύμφωνα με την προφητεία του Δανιήλ, ο ακρογωνιαίος λίθος που κόπηκε όχι από ανθρώπινο χέρι από το σκιερό βουνό, και όπως λέει ο Αββακούμ, θα αφανίσει τα έργα των δαιμόνων. Επόμενο, λοιπόν, ήταν, αυτός που γεννήθηκε να φέρει κατάλληλη ονομασία για το έργο του και αυτός που ήλθε για τη σωτηρία του κόσμου να ονομαστεί Ιησούς, από τον οποίον αγγέλλεται η σωτηρία του κόσμου. «Θα τον ονομάσεις Ιησού. Αυτός θα γίνει μέγας και θα ονομαστεί Υιός του Υψίστου». Αυτά, σύμφωνα με τα ανθρώπινα έχουν λεχθεί, και με τα παρακάτω της θυμίζει τις θείες προφητείες. Γιατί είχε πεισθεί η Παρθένος, ότι ορκίστηκε ο Κύριος στον Δαβίδ ότι από τους απογόνους του θα τοποθετήσει στον θρόνο του. Φανερώνει λοιπόν, ότι η προφητεία εκπληρώθηκε. «Σ’ αυτόν θα δώσει ο Κύριος το θρόνο του Δαβίδ, του προπάτορά του». Και αυτό σύμφωνα με τα ανθρώπινα. Γιατί ως Θεός είναι αιώνιος βασιλιάς, έχοντας αιώνια τη δύναμη, ως άνθρωπος δε λέγεται, ότι παίρνει τη βασιλεία από τον Πατέρα, όπως και ο ίδιος λέει στους μαθητές μετά την Ανάσταση. «Μου δόθηκε όλη η εξουσία στον ουρανό και στη γη». Και «θα βασιλέψει για πάντα στους απογόνους του Ιακώβ». Δεν αναφέρεται στους πραγματικούς απογόνους του Ιακώβ, αλλά στον νοητό Ισραήλ, που συγκεντρώθηκε απ’ όλα τα έθνη, που τον διάλεξε η χάρη, ο οποίος είναι έθνος άγιο και βασιλικό ιερατείο. Σ’ αυτούς τους πιστούς απογόνους του Ιακώβ, ο Χριστός έχει βασιλέψει αιωνίως, βασιλεία που δεν έχει τέλος. Τί απάντησε σ’ αυτά η Μαριάμ; Άκουσε καθαρά την φωνή της Παρθένου. «Πώς θα μου συμβεί αυτό αφού δεν έχω συζυγικές σχέσεις με άνδρα;» Γιατί γνώριζε ότι ο Ιωσήφ δεν ήταν άνδρας της, αλλά ήταν προστάτης της και ήταν αδύνατο να έλθει αυτή σε επαφή με άνδρα. Γιατί αν ήλπιζε ότι κάποτε θα ερχόταν σε επαφή με τον Ιωσήφ κατά το φυσικό νόμο, δεν θα θεωρούσε αδύνατη την εγκυμοσύνη, γιατί του γάμου αποτέλεσμα είναι η σύλληψη. Αλλά επειδή είχε την πληροφορία ότι ήταν αφιερωμένη στον Θεό, και ουδέποτε θα της αφαιρεθεί το άνθος της παρθενίας, λογικά απορούσε για τον τρόπο της γεννήσεως. Και πώς θα μου συμβεί αυτό, λέει, επειδή είναι αδύνατο να έχω σχέση με άνδρα; Ο αρχάγγελος όμως, βλέποντας ότι δεν απιστεί, αλλά εξέταζε για να μάθει τον τρόπο, λέει, «Το Άγιο Πνεύμα θα έρθει επάνω σου και η δύναμη του Θεού θα σε καλύψει». Κοίταξε πως φανέρωσε εδώ όλη την Τριάδα. Γιατί αν και σαρκώθηκε μόνο ο Υιός και έγινε άνθρωπος, δεν σταμάτησε να είναι Θεός, αλλά ήταν μαζί με τον σαρκωμένο και ο Πατέρας και το Πνεύμα, για το αδιαίρετο της ίδιας ουσίας. Και αυτό είναι εκείνο που λέει ο θείος Απόστολος: «Σ’ αυτόν κατοικεί σωματικά όλη η θεότητα», δηλαδή πραγματικά. Γιατί έγινε για την Παρθένο, σαν νυμφικός θάλαμος η δύναμη του Θεού, που την σκέπαζε σαν σύννεφο, λαμπάδα δε του γάμου, ο φωτισμός του Αγίου Πνεύματος, κρεβάτι δε η απάθεια και γάμος η αφθαρσία. Και χωρίς ένωση με άνδρα η εγκυμοσύνη, αμόλυντη δε η γέννηση. «Θα σε καλύψει» δε είπε, αντί θα σε περιβάλει, θα σε οχυρώσει, θα σε περικυκλώσει. Βεβαιώνοντας δε ο άγγελος την Παρθένο και από αυτά που έβλεπε, ανήγγειλε την εγκυμοσύνη της Ελισάβετ. «Μάθε ακόμη» λέει «ότι η συγγενής σου Ελισάβετ συνέλαβε γιο στα γηρατειά της, κι έτσι, αυτή που την αποκαλούσαν στείρα βρίσκεται τώρα στον έκτο μήνα της εγκυμοσύνης της». Θα ρωτήσει κάποιος, πώς είναι συγγενής της; Γιατί η μεν Παρθένος καταγόταν από το γένος του Δαβίδ, δηλαδή από τη φυλή του Ιούδα, η δε Ελισάβετ από γένος Λευιτικό. Πώς, λοιπόν, την ονομάζει συγγενή της Παρθένου; Πρέπει, λοιπόν, να γνωρίζουμε ότι ενώθηκε η Λευιτική φυλή με τη βασιλική. Γιατί επρόκειτο από τη φυλή του Ιούδα να έλθει ο Χριστός, ο οποίος ήταν και βασιλιάς και αρχιερέας. Από που προερχόταν η συγγένεια μεταξύ τους; Ας πούμε τι αναφέρουν οι παραδόσεις; Ο Ματθάν ο καταγόμενος από την Βηθλεέμ που ήταν και ιερέας, γέννησε τρεις κόρες, την Μαρία, την Άννα και τη Σωβή. Κόρη της Σωβής ήταν η Ελισάβετ, και της Άννας η υπέραγνη Δέσποινα. Από δύο, λοιπόν, αδελφές προέρχονταν η Ελισάβετ και η Παρθένος. Γιατί ο μεν Ζαχαρίας επειδή δεν πίστεψε στον άγγελο αμέσως τιμωρήθηκε με αφωνία, η δε Παρθένος αν και είπε «Πώς θα μου συμβεί αυτό» δεν τιμωρείται, αλλά διδάσκεται τον τρόπο; Επειδή ο μεν Ζαχαρίας είχε ως παράδειγμα τον Αβραάμ και τη Σάρρα, στους οποίους έπρεπε αποβλέποντας, να μην απιστήσει στο μήνυμα. Το να γεννήσει δε παρθένος, ήταν πραγματικά παράδοξο, και παράξενο για τη φύση. Άλλωστε λέγοντας αυτά προς τον άγγελο η Παρθένος δεν απιστούσε, αλλά ζητούσε να μάθει για το υπερφυσικό γεγονός. Αφού διδάχθηκε τον τρόπο και αφού άκουσε «το Άγιο Πνεύμα θα έρθει επάνω σου και η δύναμη του Θεού θα σε καλύψει» δέχεται με ευγνωμοσύνη το χαρμόσυνο μήνυμα, και αφήνει όλο τον εαυτό της στο θέλημα του Θεού και λέει, «είμαι μια δούλη του Κυρίου· ας γίνει το θέλημά του σ’ εμένα όπως μου το είπες». Και αμέσως ο λόγος του αγγέλου πραγματοποιήθηκε, και μέσα στην κοιλιά της είχε Θεό, και δεν γνώριζε η μητέρα του Θεού τι θα πει γάμος. Αφού δε συνέλαβε τον Δημιουργό της, πηγαίνει γρήγορα στην ορεινή Ιουδαία για να κάνει μέτοχο της χαράς και του θαύματος την Ελισάβετ. Αλλά ο φωτισμένος προφήτης που ήταν μέσα στην κοιλιά της στείρας, και πριν ακόμα δει τον ήλιο, αναγνώρισε τον Ήλιο της δικαιοσύνης, να βρίσκεται στην παρθενική κοιλιά σαν σε ελαφριά νεφέλη και αναγγέλλει τον Κύριο με σιωπή. Επειδή δεν μπορούσε να μιλήσει, το φανέρωσε με σκίρτημα και έδωσε τιμή προς την Παρθένο από την μητέρα του, προσκυνώντας τον κυοφορούμενο Κύριο, στον οποίο ανήκει κάθε τιμή και δόξα και ύμνος, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, σ’ όλους τους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Λόγος στόν Εὐαγγελισμό της Υπεραγίας Θεοτόκου (Ἀρχιεπίσκοπος Ταυρομενίου Θεοφάνης ὁ Κεραμεύς)

(J.P. Migne, P. G. 132, 928C-941B)
( Μετάφραση: Αλέξανδρος Χριστοδούλου, Θεολόγος)