Η Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου και το όραμα του Αγίου Ανδρέα του δια Χριστόν σαλού
Γιά νά γνωρίσουμε τήν μεγάλη ἀγάπη της πρός ὅλους τούς Χριστιανούς μας, ἀλλά καί τήν δύναμι τῶν προσευχῶν της πρός τόν Υἱόν καί Θεό της, ἐθεώρησα καθῆκον μου νά γράψω τώρα στήν ἀρχή αὐτοῦ τοῦ βιβλίου μία μαρτυρία γιά ἔνα θαῦμα πού συνέβη στήν ἐκκλησία τῶν Βλαχερνῶν, στόν καιρό τοῦ βασιλέως τοῦ Βυζαντίου Λέοντος τοῦ Σοφοῦ (886-912). Στήν περίοδο αὐτοῦ τοῦ βασιλέως, στήν ἐκκλησία τῶν Βλαχερνῶν στήν Κωνσταντινούπολη γινόταν κάποτε μία
ὁλονύκτια ἀγρυπνία πρός δόξαν καί τιμήν τῆς Παναγίας Μητέρας τοῦ Χριστοῦ μας καί Ἀειπαρθένου Μαρίας. Ἦτο ἡ πρώτη ἡμέρα τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου καί μία νεφέλη εἶχε ἁπλωθεῖ στήν ὡραία ἐκκλησία τῆς Παναγίας. Μέσα ἦσαν ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ διά Χριστόν σαλός καί ὁ μαθητής του Ἐπιφάνιος. Ὕψωσαν τά μάτια τους πρός τόν θόλο τῆς ἐκκλησίας, διότι αὐτοί ἦσαν ἄξιοι καί εἶδαν τήν Βασιλίσσα τοῦ οὐρανοῦ, ἡ ὁποία ἔλαμπε περισσότερο ἀπό τόν ἥλιο καί ἐσκέπαζε μέ τήν Χάρη της ὅλο τόν κόσμο, σάν μία φωτεινή νεφέλη. Ἡ Παναγία στεκόταν στόν αἰθέρα σέ στάση προσευχῆς πρός τόν Θεόν. Μαζί της ἐστέκοντο καί ἀγγελικές χορεῖες καί πλῆθος Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι ἔλαμπαν μέ τίς στολές τους καί ἐστέκοντο τριγύρω της μέ πολλή εῦλάβεια.
Βλέποντας μ᾿ αὐτή τήν μορφή τήν Κυρία Θεοτόκο, ὁ ἅγιος Ἀνδρέας, εἶπε στόν μαθητή του Ἐπιφάνιο:
-Ἄραγε βλέπεις, Ἀδελφέ, τήν Βασίλισσα καί Κυρία τῶν πάντων, ἡ ὁποία προσεύχεται γιά ὅλο τόν κόσμο;
Καί ὁ Ἐπιφάνιος τοῦ εἶπε: «Τήν βλέπω, ἅγιε Πάτερ καί ἐκπλήσσομαι. Τήν βλέπω πῶς σκεπάζει μέ τό Μαφόριό της ὅλους τούς ἀνθρώπους πού εἶναι μέσα στήν ἐκκλησία. Ἀλλά αὐτή ἡ θεία σκέπη της εἶναι πιό ἀστραποβόλα ἀπό τήν λάμψη τοῦ ἡλίου».
Ἄκουσαν ἀκόμη καί τά ταπεινά λόγια τῆς Θεοτόκου, πού ἔλεγε πρός τόν ἀγαπητόν Υἱόν της καί Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό:
-Ἐπουράνιε Βασιλεῦ, δέξου κάθε ἄνθρωπο, πού δοξάζει τό ἅγιο Ὄνομα σου καί σέ ἱκετεύει σ᾿ αὐτό τόν ἱερό τόπο. Καί ὅπου μνημονεύεται ἀπό ἀνθρώπους τό Ὄνομά μου ν᾿ ἁγιάζεις αὐτόν τόν τόπο καί νά δοξάζεις αὐτούς πού σέ δοξάζουν. Ἐνῶ τίς προσευχές αὐτῶν πού μέ τιμοῦν ἐμένα τήν Μητέρα σου, νά μή τίς παραβλέψεις καί δέξου κάθε ἱκεσία τους γιά ὅλες τίς ἀνάγκες τους καί λύτρωσέ τους ἀπό τίς κακίες τους.
Ἔτσι, κι ἐμεῖς χαιρόμεθα, γνωρίζοντας ὅτι ἐλάβαμε τό θαυμαστό δῶρο τῆς προστασίας σου καί μαζί ἄς ἀπαγγείλουμε τήν παρακάτω προσευχή πρός τήν Παρθένο Μαρία καί Μητέρα τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ μας.
«Ὑπεραγία θεοτόκε, ἐλέησον ἡμᾶς, πού ζοῦμε σ᾿ αὐτούς τούς καιρούς, διότι ἔχουμε μεγάλες ἀνάγκες ἀπό τό ἔλεος, Καλή μας Μητέρα. Φύλαξέ μας καί σκέπασέ μας καί βοήθησέ μας καί φώτισέ μας τόν νοῦ γιά νά γνωρίσουμε καί νά ἐκπληρώσουμε τίς ἐντολές τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ μας, διότι ἀπ᾿ αὐτές τίς θεῖες ἐντολές θά κριθεί ὅλος ὁ κόσμος.
Μέ τά χέρια σου, μέ τά ὁποῖα ἐσπαργάνωσες τόν Υἱόν καί Θεόν, κράτησε καί τόν νοῦ καί τήν καρδιά μας καί ὅλη τήν δημιουργία σου καί λύτρωσέ μας, ὅπως θέλεις έσύ ἀπό τίς θλίεψεις καί τούς στεναγμούς μας.
Ἅπλωσε τήν ἐλεήμονα χεῖρα σου καί στάλαξε στίς καρδιές μας μία σταγόνα τῆς πνευματικῆς σου δροσιᾶς, ἀπό τήν ὁποία βλαστάνει ἡ ἀγάπη γιά κόπους καί ἡ οὐράνια εὐτυχία.
Καί σέ ὅλους ἐμᾶς πού εἴμαστε μικροί σωματικά εἴτε πνευματικά βάλε μας νά ζοῦμε μέσα στήν πνευματική γλυκύτητα, ἡ ὁποία ἐκχύνεται ἀπό τήν ἀνάμνησι μέ ταπείνωση καί ἐλπίδα τοῦ ἁγίου ὁνόματός σου. Κι ἄν εἴμεθα μικροί καί ἀδύνατοι καί νήπια, ὁδήγησέ μας νά ἐκπληρώνουμε ὅλα τά καλά ἔργα μέ ἐπιμέλεια, αἰσιοδοξία καί καλή τάξη, ἔτσι ὥστε ἐξερχόμενοι ἀπ᾿ αὐτή τήν περαστική ζωή μας, νά ἠμποροῦμε νά σέ ἰδοῦμε μέ θερμή ἀγάπη, νά σέ ἀγκαλιάσουμε μέ τά ταπεινά χέρια μας, παρότι εἶναι τόσα μεγάλη ἡ λαμπρότητά σου, ὅση εἶναι καί ἡ ἀδυναμία μας.
από το βιβλίο: «Θαυμαστές ιστορίες για μικρούς και μεγάλους» – Μοναχού Δαμασκηνού Γρηγοριάτη





Κάποτε ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς, ρώτησε την Παναγία, αν του επέτρεπε να ζωγραφίσει το ”πορτραίτο” της. Η Παναγία μας, δεν του αρνήθηκε. Σε λίγο έρχεται ο αρχάγγελος Μιχαήλ, που πάντα την διακονούσε, και δίνει στον Απόστολο Λουκά 3 σανίδες. Ο Ευαγγελιστής παραξενεύτηκε που πήρε τρεις σανίδες και όχι μία. Ωστόσο, δεν είπε τίποτα. Τις πήρε και πήγε σπίτι του. Εκεί άρχισε να Την ζωγραφίζει, όπως Την φανταζόταν και όπως Την έβλεπε συνήθως. Όταν τελείωσε τον πίνακα, τον πήρε και πήγε δειλά-δειλά, με σεμνότητα στην Παναγία να τον δείξει. – Ωραίος έγινε ο πίνακας και πολύ καλή ήτανε Λουκά η προσπάθειά σου, του είπε η Παναγία. Όμως ένα δεν πρόσεξες: Μόνη μου είμαι; Ο Απόστολος Λουκάς, κοκκάλωσε! Είχε φτιάξει την Παναγία μόνη Της, δεόμενη, χωρίς τον Χριστό. Αυτή η συγκεκριμένη εικόνα βρίσκεται στην Παναγία Σουμελά στο Βέρμιο της Βεροίας.


περνούσε τακτικά μπροστά από την εικόνα κρατώντας στο χέρι αναμμένα δαδιά για την υπηρεσία του στην τράπεζα, άκουσε μια φωνή να του λέει τα εξής: «Να μην ξαναπεράσεις από εδώ με δαδιά καπνίζοντας την εικόνα μου». Ο Νείλος δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία στη φωνή, η οποία όμως σύντομα ξανακούστηκε επιτιμώντας τον μοναχό και αφήνοντάς τον τυφλό. Οι αδελφοί άρχισαν να περνούν με πολύ ευλάβεια μπροστά από την εικόνα, της κρέμασαν ακοίμητο καντήλι και διέταξαν το νέο τραπεζάρη να τη θυμιάζει καθημερινά.

«Τὸν 7ο αἰώνα ὑψώθηκε πανηγυρικὰ ὁ τίμιος Σταυρὸς στὰ Ἱεροσόλυμα, γιὰ νὰ τὸν δεῖ καὶ νὰ τὸν προσκυνήσει ὅλος ὁ λαός. Ἐκείνου τοῦ γεγονότος ἀνάμνηση εἶναι ἡ τελετὴ τῆς ὑψώσεως τοῦ Σταυροῦ, ποὺ γίνεται κάθε χρόνο, στίς 14 Σεπτεμβρίου, στοὺς ἐνοριακοὺς καὶ μοναστηριακοὺς ναούς. Αὐτὴ ἠ Ὓψωση, ὅμως, εἶναι ἐξωτερική. Ὑπάρχει, θὰ λέγαμε, καὶ μία πνευματική Ὓψωση τοῦ Σταυροῦ πού συντελεῖται μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου.
τουςαὐτὸν τὸν Σταυρὸ καὶ τὸν κρατοῦν ὑψωμένο σὲ ὅλη τους τὴν ζωή. Ἔτσι εἶναι, ἄραγε; Ὁ καθένας ἂς ρωτήσει τὴν συνείδησή του. Καὶ μακάρι νὰ μὴν πάρει τὴν ἀπάντηση· «Ἐσὺ κάνεις τὰ σαρκικά σου θελήματα καὶ ὑπακούεις στὶς ἐπιθυμίες σου. Ὁ σταυρός σου δὲν εἶναι ὑψωμένος, ἀλλὰ ριγμένος στὸν λάκκο τῶν παθῶν, ὅπου σαπίζει ἀπὸ τὴν καταφρόνια καὶ τὴν ἀμέλειά σου».
πηγές. Ὁ Άγιος Κοσμάς, ο οποίος αποτελεί τον αρχαιότερο γνωστό Ερημίτη της Κρήτης, ανήκει στην κατηγορία των ασκητών πού αφιερώθηκαν στον Θεό με βαθιά άσκηση περνώντας το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ως σπηλαιώτης σε σπήλαιο της Κρήτης.
Όπως συνάγεται από τη βιογραφία του, στο ίδιο σπήλαιο όπου έζησε και ασκήθηκε, ενταφιάστηκε μετά την κοίμησή του. Οι πιστοί προκειμένου να τιμήσουν τον Άγιο, μετέφεραν το σκήνωμά του σε πόλη. Παρατήρησαν, όμως ότι όσο χρονικό διάστημα περίπου για τρία χρόνια το σώμα του Αγίου Κοσμά του Ερημίτη βρισκόταν στην πόλη μακριά από τον τόπο της άσκησής του, επικράτησαν ανομβρίες με αποτέλεσμα να χαθούν τεράστιες σοδειές σιτηρών.
Την κατάσταση αυτή οι άνθρωποι την απέδωσαν στη μεταφορά του λειψάνου του Αγίου μακριά από την περιοχή που ασκήτεψε. Αποφάσισαν να επιστρέψουν το λείψανό, στο σπήλαιο της άσκησής του. Μετά την επιστροφή στο σπήλαιο, σταμάτησε η ξηρασία, έπεσε άφθονη βροχή και η γη χόρτασε από νερό.
Το λείψανο παρέμεινε στο σπήλαιο αυτό συνεχίζοντας να τιμάται από τους πιστούς. Το έτος 1058, Βενετσιάνοι έμποροι έκλεψαν το σκήνωμα του από το σπήλαιο που βρισκόταν και το μετέφεραν στη Βενετία, στο γνωστό Νησί του Αγίου Γεωργίου του Μείζονος και τοποθετήθηκε σε ένα αλτάρι. Τον Οκτώβριο του 2018, ύστερα από μακροχρόνιες προσπάθειες, επιτεύχθηκε η επιστροφή μέρους του ιερού λειψάνου του στην Κρήτη, το οποίο αποθησαυρίζεται στην Ιερά Μονή Κουδουμά.

